Ο τόπος μας, ως μέρος μιας ευρείας γεωπολιτικής ζώνης, βιώνει τα τελευταία χρόνια μιαν ακόμα περιδίνηση στην Ιστορία του. Η Κρίση, όποιες κι αν είναι οι βαθύτερες αιτίες της, ανάμεσα στους άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής έχει ήδη διηθήσει και αποσαθρώνει με ραγδαίους ρυθμούς και το Σώμα της Υγείας.
Ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή η αλλαγή του Υγειονομικού Χάρτη της χώρας. Μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας, τμήματα νοσοκομείων ή και νοσοκομεία ολόκληρα κλείνουν ή συγχωνεύονται, προσωπικό μετακινείται ή απολύεται. Κάποιες ρυθμίσεις ίσως πρέπει να γίνουν ή έπρεπε να έχουν γίνει νωρίτερα και όχι όπως γίνονται σήμερα. Σε κάθε περίπτωση η πραγματική σκοπιμότητα των αλλαγών αυτών παραμένει αμφιλεγόμενη ενώ είναι ασαφή τα κριτήρια επιλογής των αλλαγών και λήψης αποφάσεων αν και η απόσυρση της Πολιτείας από τις θεσμικές υποχρεώσεις της στην Υγεία είναι παραπάνω από εμφανείς. Στόχος είναι ο εξορθολογισμός ή μόνο η περιστολή δαπανών;
Στις συνθήκες αυτές, μοιάζει με συντεχνιακή ομφαλοσκόπηση ή ακόμη χειρότερα με κακόγουστο αστείο το να συνεχίζουμε να μιλούμε για θέματα που απασχολούν την ογκολογική κοινότητα. Είναι όμως έτσι;
Πιστεύουμε πως όχι. Θυμίζουμε ότι ο καρκίνος αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα δημόσιας υγείας, στη χώρα μας και τον κόσμο, με αυξανόμενη επίπτωση και βαρύτητα.
Δεν ανήκει στην αρμοδιότητά μας ούτε η σύλληψη ούτε η χάραξη Υγειονομικής Πολιτικής. Μόνη δυνατότητα είναι η εφαρμογή όσων αποφασίζονται από τους εκάστοτε αρμοδίους και καθήκον μας είναι η επισήμανση των προβλημάτων και προτάσεις επίλυσής τους στο πεδίο ευθύνης εκάστου.
Ερωτήματα λοιπόν, εντελώς ενδεικτικά:
Ποια θα είναι η επίδραση στη νοσηλεία και τη θεραπεία γενικότερα των ασθενών με κακοήθεις νεοπλασίες από τις μεταβολές που προκύπτουν από τις διάφορες συγχωνεύσεις ή τις καταργήσεις υγεονομικών μονάδων στην Επικράτεια; Θα βελτιωθεί ή θα επιδεινωθεί η ανισότητα μεταξύ μεγάλων στικών κέντρων και περιφέρειας στην παροχή ογκολογικής περίθαλψης;
Πώς θα επηρεαστεί η ήδη προβληματική πρόσβαση των καρκινοπαθών σε καίρια αντινεοπλασματικά φάρμακα, στη διαγνωστική και θεραπευτική υψηλή τεχνολογία;
Η ηλεκτρονική συνταγογράφηση διαφημίστηκε από τους δημιουργούς της ως ο επιτέλους εξορθολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης. Με διάφορους τρόπους σημαντικό μέρος της μετακυλίστηκε στους ασφαλισμένους, ενώ υπάρχουν διαρκή προβλήματα από τη βιαστική εφαρμογή της τόσο για τους χρήστες όσο και τους παρόχους υπηρεσιών Υγείας, όπου τα φαινόμενα κανιβαλισμού έχουν ήδη πάρει διαστάσεις επιδημίας. Ο γιατρός και ο νοσηλευτής είτε στον Δημόσιο είτε στον Ιδιωτικό τομέα έχει πλέον ακόμα λιγότερο χρόνο να διαθέσει στα πραγματικά κλινικά καθήκοντα. Τα προβλήματα αποκτούν ιδιαίτερη οξύτητα στην περίθαλψη ασθενών με κακοήθη νεοπλάσματα, όπου η αναγκαιότητα πλήθους φαρμάκων τόσο θεραπευτικών όσο και υποστηρικτικών αλλά και εξετάσεων, μετατρέπει τη συνταγογράφηση σε απονενοημένο εγχείρημα και, πάντως, εξαφανίζει την δυνατότητα στοιχειώδους “επαφής” με τον ασθενή. Ποιους εξυπηρετεί αυτό το σκηνικό;
Ποια θα είναι η προσβασιμότητα των Δημοσίων νοσοκομείων στους καρκινοπαθείς, όταν, εν μέσω κατάρριψης των εισοδημάτων, νέα εμπόδια ορθώνονται στην εισαγωγή και λήψη νοσοκομειακής φροντίδας; Παραπέρα: ο αριθμός των ανασφάλιστων πολιτών αυξάνεται ραγδαία. Το υπουργείο Υγείας εξήγγειλε πρόσφατα πρόγραμμα περίθαλψης εκατό χιλιάδων από αυτούς· ψιθυριστά στην υποσημείωση: μόνο εξωνοσοκομειακή περίθαλψη. Ερωτήματα: Πόσοι οι ανασφάλιστοι που διαρκώς προκύπτουν; Πόσοι ασθενείς με καρκίνο χρειάζονται κάποια στιγμή νοσηλεία; Πρακτικά όλοι. Πόσοι, εκτός των εκατό χιλιάδων, δε θα μπορούν να πάρουν βασικά φάρμακα θεραπείας ή ανακούφισης; Ποια θα είναι τα επερχόμενα καθήκοντα του ογκολόγου; Εννοείται, πέραν της αναγκαστικής αναθεώρησης της φαρμακευτικής θεραπείας με τους αναπόφευκτους συμβιβασμούς, ενίοτε πέραν των ορίων της επιστημονικότητας…
Εν τω μεταξύ οι διεθνείς εξελίξεις στη θεραπεία των κακοήθων νεοπλασμάτων συνεχίζουν τον ξέφρενο καλπασμό τους. Πλήθος νέων διαγνωστικών μεθόδων υπόσχονται πρωιμότερη και ακριβέστερη διάγνωση του καρκίνου, ανίχνευση κληρονομικής προδιάθεσης για καρκίνο, προγνωστικής και προβλεπτικής αξιολόγησης για το είδος θεραπείας· νέες χειρουργικές και ακτινοθεραπευτικές μέθοδοι βελτιώνουν τον τοπικό έλεγχο των κακοήθων όγκων με λιγότερες συνέπειες στους γειτονικούς υγιείς ιστούς· αμέτρητα φάρμακα μοριακής στόχευσης διεκδικούν την είσοδό τους στη φαρέτρα του ογκολόγου, υποσχόμενα βελτιωμένες εκβάσεις έναντι αποκλιμακούμενης τοξικότητας.
Πόσο εφικτή θα είναι η χρήση των Καινοτομιών, πώς θα ενσωματωθούν ορθολογικά όλα αυτά στο βομβαρδισμένο τοπίο της παντοειδούς Κρίσης;
Με αφορμή την τελευταία, επανέρχονται στο τραπέζι τα πάγια ζητούμενα της Ογκολογίας για τα οποία η Εταιρεία μας έχει επανειλημμένα τοποθετηθεί επίσημα.
Ενδεικτικά, και πάλι:
1) Ποιος χειρίζεται τα αντινεοπλασματικά φάρμακα;
Η ΕΟΠΕ έχει πολλές φορές στο παρελθόν επιχειρήσει και εξακολουθεί να επιχειρεί παρεμβάσεις με στόχο την επικράτηση του αυτονόητου· ο παθολόγος-ογκολόγος είναι ο αποκλειστικά αρμόδιος για τον χειρισμό όλων των αντινεοπλασματικών φαρμάκων και των συνδυασμών του, ενώ είναι και ο συντονιστής τού ογκολογικού συμβουλίου (νομοθεσία υφισταμένη ήδη από το 1998, σχετικά πρόσφατα επαναδιατυπωμένη).
Έχουμε ήδη τονίσει στους αρμοδίους ότι η ορθολογική χορήγηση αντινεοπλασματικών φαρμάκων μόνο από τον εκπαιδευμένο προς τούτο παθολόγο-ογκολόγο ή τουλάχιστον υπό την εποπτεία του αποτελεί τη μοναδική επιλογή ασφαλείας για τους ασθενείς αλλά και ουσιώδους εξοικονόμησης πόρων.
2) Πόσους ογκολόγους χρειαζόμαστε και πού τοποθετημένους;
Χρειαζόμαστε περισσότερους ογκολόγους ή καλύτερα κατανεμημένους στην Επικράτεια;
Τι έγινε ο περιβόητος Ογκολογικός Χάρτης, τον οποίο είχαμε υποβάλει προ καιρού- με όλες τις ατέλειές του;
3) Το βάρος της Ογκολογικής φροντίδας σε ποια πλευρά; Στον Δημόσιο ή στον Ιδιωτικό τομέα; Πρέπει οι δύο τομείς να είναι ανταγωνιστές ή σε βέλτιστη συνάρθρωση και αλληλεπικάλυψη; Ποια είναι η ορθολογική κατανομή κονδυλίων και υποδομών μεταξύ των δύο τομέων και σε επίπεδο Επικράτειας;
4) Ποιες οι προδιαγραφές της επαρκούς και ασφαλούς Ογκολογικής περίθαλψης; Μπορούν να εκπληρώνονται στις παρούσες συνθήκες;
Βρισκόμαστε από καιρό σε σταυροδρόμι, άτολμοι και αναποφάσιστοι.
Δεν ξέρουμε τι πρέπει να κρατήσουμε και τι να αφήσουμε να φύγει μέσα στη δίνη που περιστρεφόμαστε.
Είναι, όπως ευρέως λέγεται, η Κρίση μια αφορμή αναστοχασμού και αφύπνισης;
“Ό,τι σώσεις μες στην αστραπή στον αιώνα θα διαρκέσει” ισχυρίζεται ο Ελύτης.
Πέραν του ουτοπικού της υπόσχεσης αιωνιότητας, μας παρηγορεί αυτή η διαπίστωση;
Αν το καταφέρνει, μας αρκεί η παρηγορία;
“Τοις τολμώσιν η τύχη ξύμφορος” αλλά και “Οι καιροί ου μενετοί” μας λέει εικοσιτέσσερις αιώνες πριν ο διαχρονικός Θουκυδίδης· θα περιμένουμε ή θα τολμήσουμε;
Αρδαβάνης Αλέξανδρος