Log In
19/04/2022

Η Ώρα του Πειραματόζωου

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΜΑΤΟΖΩΟΥ

του Ντομινίκ Εντ

Εκδόσεις Χατζηνικολή, 1998, σελίδες 250

Ο Ντομινίκ Εντ ήταν γνωστός και σημαντικός Γάλλος δημοσιογράφος με σημαντική επιρροή και πολλές ισχυρές γνωριμίες στο Παρίσι. Φιλέλληνας, απολάμβανε τις διακοπές του στις Σπέτσες, λατρεύοντας τη φύση και τον Ελληνικό τρόπο ζωής, όταν φάνηκαν τα πρώτα ύποπτα συμπτώματα’ και η επακόλουθη διάγνωση του μεταστατικού καρκίνου νεφρού ήρθε να ανατρέψει τα πάντα στη ζωή του.

Ήταν τότε η εποχή που ο Στήβεν Ρόζενμπεργκ στην Ουάσιγκτων δημοσίευε τα πρώτα εντυπωσιακά θεραπευτικά αποτελέσματα με τις υψηλές ενδοφλέβιες δόσεις Ιντερλευκίνης. Επρόκειτο για τα πρώτα βήματα της ανοσοθεραπείας που είχε ανατείλει με μικρά, αλλά αισιόδοξα μηνύματα. Ο Ντομινίκ Εντ, με τη βοήθεια γνωστών σημαντικών γιατρών του Παρισιού που γνώριζε εξ αιτίας του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, εξέφρασε την επιθυμία να ενταχτεί στα ερευνητικά πρωτόκολα του Καθηγητού Ρόζενμπεργκ. Και μετά τις πρώτες εξωνυχιστικές εξετάσεις με τις οποίες φάνηκε ότι εκπλήρωνε τα κριτήρια ένταξης, βρέθηκε στα χέρια του διάσημου Ογκολόγου και της ομάδας του στις πρωτοπορειακές, σύγχρονες εγκαταστάσεις του Νοσοκομείου Bethesda της Ουάσιγκτων.

Από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι την έναρξη των θεραπειών ο Ντομινίκ Εντ είχε μια σειρά από εσωτερικές αναταράξεις, συναισθηματικές τρικυμίες, καταιγίδες σκέψεων και αντιφατικών αποφάσεων που έδειχναν την ένταση του αιφνιδιασμού, του άγχους και της αγωνίας για το μέλλον του. Από την πρώτη άρνηση της διάγνωσης μέχρι την τελική αποδοχή της ο δρόμος ήταν δύσβατος. Μνήμες γνωστών του ανθρώπων με καρκίνο απασχολούσαν συνεχώς το μυαλό του. Η μάχη με τον εαυτό ήταν τραγική: “…Χάρη στο άσχημο χτύπημα της Μοίρας γινόταν μια πρόκληση. Η δυστυχία μου δε μου άφηνε το χρόνο να λυπηθώ τον εαυτό μου. Μου την είχαν καταφέρει σαν χαστούκι”. Η προσπάθεια ανασύνταξης των δυνάμεών του ήταν δραματική: “…Στο ανσανσέρ που με ανεβάζει στο ιατρείο του ακτινολόγου, πιάνω τον εαυτό μου να διαπιστώνει πως πρέπει να βάλει σε τάξη τις αμέτρητες εκκρεμότητες της ύπαρξής μου”.  Προσπαθεί να ξαναβρεί τη χαμένη εσωτερική ισορροπία: “…Μέσα στις αναλαμπές αυτών των στιγμών, που τις ταράζει πού και πού το πέρασμα ενός μικρού θανάτου στην ψυχή, ανάβω μες το κεφάλι μου πεισματάρικα φωτάκια: τις μικρές μου ζωές μέσα στην ψυχή”. Δεν χάνει το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό: “…Για να έχω την τύχη να γίνω δεκτός στο Μπεθεσδά, πρέπει, όχι μόνο να επιβεβαιωθεί η διάγνωση -με άλλα λόγια, να θεωρηθώ χαμένος- αλλά από την άλλη να δώσω δείγματα της καλής μου κατάστασης, πως είμαι σε φόρμα πρωταθλητή, όρος απαραίτητος για την επιλογή μου στην ολυμπιακή ομάδα των πειραματοζώων του Στίβεν Ρόζενμπεργκ”. Προσπαθούσε να συντηρηθεί με δυνατά συναισθήματα, όπως του έρωτα και της φιλίας: “…Με ρωτούν αν πονάω. Ξορκίζω τον πόνο μιλώντας γι’ αυτόν μ’ ελαφρότητα. Αναγκαία ελαφρότητα που καλλιεργείται πιο εύκολα με την παρουσία και τη ζεστασιά των άλλων”.

Μέσα στις μοντέρνες, πολυεπίπεδες, δαιδαλώδεις, άρτια οργανωμένες εγκαταστάσεις του Αμερικάνικου Νοσοκομείου, πρωτόγνωρες για έναν Ευρωπαίο δημοσιογράφο και μέσα σε θύελλα συναισθημάτων και εντυπώσεων άρχισε ο μαραθώνιος της θεραπείας με τη χορήγηση υψηλών δόσεων Ιντερλευκίνης. Από τις πρώτες ώρες η θεραπεία προοδευτικά άρχισε να τον διαλύει σωματικά και ψυχικά. Ο Ντομινίκ Εντ κατέρρεε βιολογικά. Οι εισαγωγές του στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας για υποστήριξη ήταν συχνές. Η εξάρτησή του από τα μηχανήματα υποστήριξης γινόταν ανυπόφορη: “…Το όλο και πιο περίπλοκο σύστημα που με συνδέει με τις συσκευές επαγρύπνησης μεγαλώνει τη δυσάρεστη αίσθηση της εξάρτησης. Η πιο απλή κίνηση, να γυρίσω μήπως και με πάρει ο ύπνος, προκαλεί μια αναστάτωση κι ένα μπέρδεμα αξεδιάλυτο”. Η συνύπαρξή του με άλλους ασθενείς, που κι αυτοί είναι ενταγμένοι σε παρόμοια τοξικά πρωτόκολα ήταν οδυνηρή: “…Μια δωδεκάδα δωμάτια βγάζουν στο διάδρομο από την ίδια πλευρά. Οι περισσότερες πόρτες είναι ανοιχτές κι αποκαλύπτουν ένα ομοιόμορφο σκηνικό όπου εκτυλίσσονται αντικρουόμενα θεάματα. Υπάρχουμε ακόμα μερικοί που απασχολούμε παλικαρίσια την απραξία μας, αλλά στα μαξιλάρια, πρόσωπα πελιδνά, πρασινωπά, με μάτια ορθάνοιχτα σε καταχωνιασμένες φουρτούνες, μου προκαλούν μια αλλόκοτη αναγούλα, σαν να ταξιδεύω σε μανιασμένη θάλασσα”. Επηρεαζόταν έντονα από τη στάση, το ύφος και τις κουβέντες των γιατρών και νοσηλευτών: “…Αν η δεσποινίς Ελπίς (νοσηλεύτρια ονόματι Hope) μου δείχνει κάποια ανθρωπιά, αυτό σημαίνει πως δεν είμαι ο μόνος που μισοβλέπω πως έχω ένα πιθανό μέλλον”. Μέσα στη κόλαση των παρενεργειών το τηλέφωνο ήταν μοναδικός τρόπος επικοινωνίας και αφορμή σύντομης ανακούφισης: “…Τηλεφωνάω λοιπόν στο γιο μου, στους γονείς μου, στην Ιζαμπέλ, στην εφημερίδα. Πατάω τους δεκατέσσερις αριθμούς και να, η μαγεία λειτουργεί. Η μαγεία της πιο ζωτικής μετάγγισης. Γι’ άλλη μια φορά κάνω μετάγγιση τρυφερότητας και φιλίας”.

Οι επιπλοκές και οι παρενέργεις της Ιντερλευκίνης διαδέχονταν η μία την άλλη: δυσαισθησίες, δερματικά εξανθήματα, αφόρητος κνησμός και επιδερμόλυση, οξείες νεφρικές ανεπάρκειες, αδυναμία, αρρυθμίες, πνευμονικά οιδήματα, παραληρήματα, ψευδαισθήσεις, διαταραχές επικοινωνίας, κ.τ.λ. περιγραφονται στο βιβλίο άλλοτε με την ακρίβεια της εμπειρίας και άλλοτε μεταφέρονται μέσα από τις περιγραφές τρίτων. Εφιάλτες, όνειρα και ψευδαισθήσεις αναλύονται με μοναδικό τρόπο. “…Ο οργανισμός μου ήταν η έδρα πολλών μυστηρίων για τα οποία δεν έχω την παραμικρή ιδέα”. Η Ιντερλευκίνη πολλές φορές τον έριχνε σε κατάσταση νάρκης. Τότε έβλεπε όνειρα μέσα από τα οποία ανασυρόταν παιδικές μνήμες, ξαναζούσε παλιές βιωμένες ιστορίες σαν σε πραγματικότητα, με τρόπο ρεαλιστικό. Εντυπωσίαζαν (ακόμα και τον ίδιο τον συγγραφέα) οι λεπτομερείς αναβιώσεις προσώπων, διαλόγων, τόπων, χρωμάτων, συναισθημάτων της εποχής της παιδικής του ηλικίας επί Γερμανικής κατοχής, καθώς και από παλαιότερες μαγευτικές στιγμές σε θαλασσινά τοπία.

Κάποια διαλείμματα των θεραπειών και τα εξιτήρια που έπαιρνε γινόταν ευκαιρία αφ’ ενός να ανακουφίζεται από τις παρενέργειες και αφ’ ετέρου να ξανανακαλύπτει το αληθινό δώρο της ζωής μέσα από περιπάτους, γεύματα, επισκέψεις σε μουσεία μαζί με φίλους και μέλη της οικογένειάς του. Συγκινιόταν με απλές καθημερινές σκηνές: “…Όσο κι αν μπορεί να φανεί γελοία κι άτοπη αυτή η υπεραυαισθησία, έχω την εντύπωση πως αυτή η συγκίνηση, ξένη σε κάθε γοητεία που ασκεί ο θάνατος, με κάνει να συμμετέχω σε μια δύναμη μητρική και τεράστια, που δένει όλες τις αναμνήσεις με τη ζωή κι ανεβαίνει από τη γή”. Εύρισκε αφορμές να φιλοσοφεί: “…Οι περίπατοί μου δε σκοτώνουν το χρόνο, αλλά τον φορτίζουν. Είμαι σε διαθεσιμότητα αλλά ποτέ αφηρημένος. Ανιχνεύω πηγές. Βρικολακιάζω τη στιγμή, ρουφώ το αίμα του χρόνου”.

Ο Ντομινίκ Εντ μετά από θυελλώδη πορεία μέσα από μια τοξική, βασανιστική αντινεοπλασματική θεραπεία, φορτωμένος ελπίδες και απελπισίες, φόβους και χαρές, οργή και συγκατάβαση, πτώσεις και ανορθώσεις στέφθηκε στο τέλος νικητής. Ήταν από τους ασθενείς που ανταποκρίθηκε με πλήρη ύφεση και έφτασε τελικά σε ίαση του μεταστατικού καρκίνου. “Είμαι η ελπίδα της Επιστήμης” πανηγυρίζει! Ξαναμπήκε στη χαρά της ζωής: “…Τί απόλαυση ν’ αφήνεσαι να σε σπρώχνει ο αέρας, να λικνίζεσαι στο παρόν και να πιστεύεις λίγο στο αύριο. Εγώ που ίσως πεθάνω μια μέρα, λέω πως ο άνθρωπος είναι αθάνατος στην καρδιά της στιγμής…”

Χρειάστηκε να πληρώσει ένα ακριβό και συνάμα πικρό εισιτήριο για να μπει ολόφωτος στην άλλη αίσθηση της ζωής: “Μέσα στο εύθραυστο των ρόδων της ζωής, αν ξέρεις να τ’ αγαπάς με πάθος, βρίσκεται η αιωνιότητα”. Άξιζε μάλλον τον κόπο. Τέλος καλό, όλα καλά.

Από το Χαράλαμπο Ανδρεάδη, Παθολόγο Ογκολόγο, ΑΝΘ “Θεαγένειο”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Newsletter

footer

Όροι Χρήσης

Κλινικές μελέτες ΕΟΠΕ

copyrights HTML