Αποτελεί τη βάση στην εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης η χρήση πειραματόζωων, είναι δε τόσο διαδεδομένη και αναγκαία που με τον καιρό θεσπίστηκε κώδικας δεοντολογίας για την ορθή μεταχείριση τους. Η Δυτική ιατρική και ό,τι αυτή πρεσβεύει, οικοδομήθηκε στην απόδειξη και στην επανάληψη και αυτό ήταν το τίμημα.
Σε προ-κλινικό επίπεδο, χιλιάδες «xenografts» νόσησαν από καρκίνο και κάποια από αυτά έλαβαν θεραπείες πρωτοπόρες και ρηξικέλευθες, όμως, όλα μετά την ολοκλήρωση του πειράματος, αποτεφρώθηκαν σε «υψικάμινο». Συνοδοιπόρος σε αυτή την εξέλιξη ήταν βεβαίως και ο άνθρωπος, ο οποίος με τη συγκατάθεσή του ή χωρίς, συμμετείχε σε πολλές κλινικές μελέτες. Οι φρικαλεότητες των πολέμων, σταδιακά, από τον Κώδικα της Νυρεμβέργης (War Crimes Tribunal at Nuremberg) το 1947 οδήγησαν στην «Διακήρυξη του Ελσίνκι» (1964) και τη θέσπιση Κατευθυντήριων Οδηγιών Ορθής Κλινικής Πρακτικής (ICH-Good Clinical Practices) για να περιγράψουν με σαφήνεια τα δικαιώματα των ανθρώπων που συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες. Ωστόσο μεταξύ των «άτριχων» ποντικιών και των ανθρώπων υπήρχε ένα αγεφύρωτο κενό, έτσι ώστε να μεταβιβαστούν με ασφάλεια τα νέα φάρμακα από τον πάγκο του εργαστηρίου στην κλίνη του ασθενούς. Οι ερευνητές επιδίωκαν επί έτη την ανακάλυψη ενός κατάλληλου προ-κλινικού σταδίου, τέτοιου που να ομοιάζει με τις ανθρώπινες ιδιότητες. Τη λύση έδωσε εν αγνοία της μια γυναίκα, η Henrietta Lacks.
Η Henrietta Lacks, γεννήθηκε την πρώτη Αυγούστου του 1920 στο Roanoke της Virginia. Το 1920 ήταν ένα δύσκολο έτος για την Αμερική. Η ποτοαπαγόρευση, το διάχυτο πρόβλημα του ρατσισμού και το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου επέτειναν την περιρρέουσα αρνητική κατάσταση. Είχε προηγηθεί ο Απρίλιος του 1865, που ο Αβραάμ Λίνκολν δολοφονήθηκε ενώ παρακολουθούσε μια θεατρική παράσταση και ο νέος, τότε, πρόεδρος της Αμερικής, Άντριου Τζόνσον, στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης της χώρας θέσπισε την απελευθέρωση των σκλάβων δίνοντας τους τα δικαιώματα του πολίτη και της ψήφου. Η Αφρο-Αμερικανή Henrietta Lacks γεννήθηκε σε μια μικρή καλύβα σε έναν αδιέξοδο δρόμο με θέα μια αποθήκη τρένων, όπου εκατοντάδες φορτηγά πηγαινοέρχονταν κάθε μέρα, ενώ «μοιράζονταν» το σπίτι με τους γονείς της και τα οκτώ μεγαλύτερα αδέλφια της μέχρι το 1924, όταν η μητέρα της, Eliza Pleasant, πέθανε κατά τη διάρκεια της γέννησης του δέκατου παιδιού της.
Ο πατέρας της, Johnny Pleasant αδυνατώντας να αναθρέψει τόσα παιδιά μετά τον θάνατο της γυναίκας του, γύρισε στο Clover της Virginia, όπου ζούσαν οι γονείς του και εξακολουθούσαν να καλλιεργούν καπνό, όπως και οι σκλάβοι πρόγονοί του. Η Henrietta κατάληξε με τον παππού της, Tommy. Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους, περπατούσε δύο μίλια, μετά από το σχολείο των λευκών όπου βρισκόταν το σχολείο για τους έγχρωμους. Ο David Lacks, πρώτος της ξάδερφος, μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο, όταν αυτός ήταν 9 και η Henrietta 4 χρονών. Ό,τι συνέβη στη συνέχεια δεν εξέπληξε κανέναν. Ο γιος τους Lawrence γεννήθηκε στο 14ο έτος της ηλικίας της Henrietta. Η αδελφή του, Elsie, τέσσερα χρόνια αργότερα.
Το 1929, μια μεγάλη ύφεση σημάδεψε τις ΗΠΑ. Το χρηματιστήριο κατέρρευσε και μεγάλο μέρος του πληθυσμού υπέφερε από τη φτώχεια και την ανεργία. Μεταξύ του 1940 και 1970, πάνω από πέντε εκατομμύρια απόγονοι σκλάβων, μετανάστευσαν από τις φυτείες του Νότου στα «βιομηχανικά» γκέτο του Βορρά. Η εγκατάσταση Αφρο-Αμερικανών σε μία γειτονιά, σήμαινε την έναρξη της μαζικής φυγής των λευκών και την υποβάθμισή της. Στα μέσα του 1941, η Henrietta Lacks με την οικογένειά της μετακινήθηκαν προς τα βόρεια στο σταθμό Turner, μια μικρή «μαύρη» κοινότητα έξω από τη Βαλτιμόρη. Ο άντρας της είχε βρει δουλειά σε ένα ορυχείο χαλκού. Λίγο αργότερα, στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, η Ιαπωνία θα επιτιθόταν στο Περλ Χάρμπορ.
Δέκα χρόνια αργότερα, στα τέλη του Ιανουαρίου του 1951 και λίγο μετά τη γέννηση του γιού της, Joseph, η Henrietta Lacks θα επισκεπτόταν το νοσοκομείο Johns Hopkins, λόγω αδικαιολόγητης κολπικής αιμορραγίας και άλγους στην κοιλιακή χώρα.
Οι δημόσιες πτέρυγες του Johns Hopkins ήταν η μόνη επιλογή για «μαύρους» ασθενείς. Ο Howard W. Jones, νέος, τότε, γιατρός, εξέτασε τη Henrietta. Έλαβε βιοψία και την έστειλε στο εργαστήριο ιστοπαθολογίας. Σε μια εβδομάδα, πήρε το αποτέλεσμα με διάγνωση: «επιδερμοειδές καρκίνωμα του τραχήλου της μήτρας, Στάδιο I». Μέσα σε λίγους μήνες από τη διάγνωση της και αφού έλαβε την ενδεδειγμένη, για την εποχή, θεραπεία, η Henrietta πέθανε στις 4 Οκτωβρίου 1951, σε ηλικία 31 ετών, αφήνοντας πίσω της πέντε παιδιά και μια μεγάλη παρακαταθήκη για την ανθρωπότητα.
Ο George Gey, ήταν επικεφαλής του κυτταρολογικού εργαστηρίου στο νοσοκομείο Johns Hopkins. Ο George και η σύζυγός του, Margaret, επί τρεις δεκαετίες προσπαθούσαν να ανακαλύψουν έναν τρόπο για να καλλιεργήσουν και να διατηρήσουν, σε συνθήκες εργαστηρίου, ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα. Όλες οι προσπάθειες τους είχαν αποβεί άκαρπες, αφού τα ληφθέντα καρκινικά κύτταρα πάντα απέπιπτον. Τα καρκινικά κύτταρα της Henrietta Lacks είχαν παρθεί χωρίς τη συγκατάθεσή της. Τα χρόνια εκείνα δεν ήταν υποχρεωτική. Αυτά τα κύτταρα έμελλε να γίνουν η «αθάνατη» κυτταρική σειρά με το κωδικό όνομα HeLa, από τα αρχικά γράμματα του ονόματος της.
Οι γνώσεις σχετικά με την ορθή διατήρηση και παραγωγή των κυτταρικών σειρών ήταν ισχνές. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η μόλυνση των καλλιεργειών ενώ μεγάλο ερώτημα παρέμενε και το καταλληλότερο θρεπτικό συστατικό. Βακτήρια και ένα πλήθος άλλων μικροοργανισμών θα μπορούσαν να καταστρέψουν προσπάθειες ετών. Όμως τα κύτταρα της Henrietta δεν είχαν απλώς επιβιώσει, είχαν αναπαραχθεί. Το επόμενο πρωί, είχαν διπλασιαστεί και αυτό συνεχίστηκε και τα πρωινά που ακολούθησαν… Ο George Gey «δώρισε» τα κύτταρα μαζί με την τεχνογνωσία που είχε αναπτύξει σε κάθε ερευνητή, προς όφελος της επιστήμης.
Την άνοιξη του 1953, στο Tuskegee Institute, άρχισαν να καλλιεργούν κύτταρα HeLa και σύντομα 20.000 δοκιμαστικοί σωλήνες, με περίπου έξι τρισεκατομμύρια κύτταρα, κάθε εβδομάδα ήταν διαθέσιμοι. Μια βιομηχανία, πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων σε πωλήσεις ανθρώπινων βιολογικών υλικών, είχε γεννηθεί. Τα κύτταρα HeLa επέτρεψαν στους ερευνητές να διεξάγουν πειράματα που θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν σε ανθρώπους. Οι επιστήμονες τα εξέθεσαν σε ό,τι ήταν δυνατό… σε τοξίνες, ακτινοβολία, λοιμώξεις… Αν τα κύτταρα πέθαιναν κατά την πειραματική διαδικασία, οι επιστήμονες μπορούσαν απλά να προμηθευτούν εκ νέου κύτταρα και το πείραμα να επαναληφθεί.
Το 1954, ο Jonas Salk, μέσα σε ένα ημερολογιακό έτος, χρόνο ρεκόρ για την εποχή, ανέπτυξε το εμβόλιο για την πολιομυελίτιδα χάρη στη χρήση αυτών των κυττάρων.
Το ίδιο έτος, το Ανώτατο δικαστήριο της Αμερικής διακήρυξε παράνομο τον φυλετικό διαχωρισμό στα σχολεία.
Το 1955, τα κύτταρα HeLa, ήταν τα πρώτα ανθρώπινα κύτταρα που επιτυχώς είχαν κλωνοποιηθεί από τον Theodore Puck και Philip Marcus στο University of Colorado.
Το 1963 το Κογκρέσο, ψήφισε νόμους που καθιέρωναν τον διαχωρισμό, στα δημόσια μέρη, παράνομο.
Η Εριέτα, ως άλλος Λεωνίδας, ενώ έχασε τη μάχη της ζωής, κέρδισε την αθανασία της και μία θέση στη παγκόσμια ιστορία. Με τα κύτταρά της εισήλθε σε κάθε ερευνητικό εργαστήριο, βοηθώντας ολόκληρη την ανθρωπότητα με αριθμούς που «κόβουν την ανάσα». Έως σήμερα έχουν παραχθεί περισσότεροι από 20 τόνοι κυττάρων της, ενώ με βάση τα κύτταρα HeLa υπάρχουν σχεδόν 11.000 διπλώματα ευρεσιτεχνίας, περισσότερα από 300 papers κάθε μήνα ανακοινώνονται σε επιστημονικά περιοδικά και από το 2001 έως σήμερα, έχουν απονεμηθεί πέντε βραβεία Νόμπελ…