Οι όγκοι του κεντρικού νευρικού συστήματος και ειδικότερα του εγκεφάλου αποτελούν ένα ιδιαίτερο θέμα στην ογκολογία. Συχνότερα ένας κακοήθης όγκου εγκεφάλου είναι μεταστατικός από μια πρωτοπαθή εστία αλλού στο σώμα αλλά υπάρχουν και πρωτοπαθείς κακοήθεις όγκοι που σχηματίζονται από τα κύτταρα του εγκεφάλου. Από αυτούς τα συχνότερα νεοπλάσματα είναι τα γλοιώματα που ξεκινούν από τα κύτταρα της γλοίας (σύνολο κυττάρων με υποστηρικτική λειτουργία στη νευρική λειτουργία).
Τα γλοιώματα είναι μια ετερογενής ομάδα καρκίνων που περιλαμβάνουν νεοπλάσματα με πολύ καλή πρόγνωση όπως τα χαμηλού βαθμού κακοηθείας γλοιώματα (πχ πιλοκυτταρικό αστροκύττωμα) με μακρόχρονη επιβίωση μέχρι την πλέον επιθετική μορφή του πολύμορφου γλοιοβλαστώματος που εξελίσσεται ταχύτατα με διάμεση επιβίωση λιγότερη των 2 ετών. Τα γλοιώματα είναι σπάνιοι όγκοι με περίπου 8 νέες περιπτώσεις ανά 100000 το χρόνο. Από αυτά πάνω από τα μισά είναι γλοιοβλαστώματα. Τα υπόλοιπα ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες όπως αστροκυττώμα, ολιγοδενρογλοίωμα, επενδύμωμα. Μέχρι πρότινος η κατηγοριοποίηση των όγκων γινόταν ιστολογικά βάσει της εικόνας τους δηλαδή στο μικροσκόπιο αλλά πλέον λαμβάνονται υπόψη και μοριακά χαρακτηριστικά στην κατάταξη όπως η ύπαρξη χρωμοσωμικών αλλοιώσεων (πχ απώλεια 1p19q) ή μεταλλάξεων κάποιων γονιδίων (πχ ATRT, TERT).
Οι όγκοι εγκεφάλου λόγω της θέσης τους έχουν ιδιαίτερα συμπτώματα. Πολλές φορές επίμονος πονοκέφαλος, εμετοί, διαταραχές στη βάδιση και στην όραση ή επίμονο μούδιασμα είναι οι αφορμές για να ξεκινήσει η διαδικασία της διάγνωσης. Η μαγνητική τομογραφία είναι η πλέον απαραίτητη εξέταση που συνήθως δείχνει την ύπαρξη μιας μάζας στον εγκέφαλο. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ενδείξεις πως το εύρημα είναι μια μετάσταση από κάποιο άλλο πρωτοπαθές νεόπλασμα είναι απαραίτητη η λήψη βιοψίας για την ιστολογική διάγνωση.
Η χειρουργική αντιμετώπιση έχει μεγάλη σημασία στην αντιμετώπιση των όγκων εγκεφάλου. Η όσο το δυνατόν πληρέστερη αφαίρεση του όγκου συνοδεύεται από καλύτερη πρόγνωση αλλά πολλές φορές αυτό δεν είναι δυνατό λόγω πιθανότητας μεγάλης νευρολογικής βλάβης σε πιο επιθετικό χειρουργείο. Επιπλέον η χειρουργική εξαίρεση έστω και τμήματος του όγκου κρίνεται πλέον απαραίτητη για να τεθεί η διάγνωση και να γίνουν χρήσιμες μοριακές εξετάσεις για την πρόγνωση του ασθενούς και την καλύτερη επιλογή θεραπείας.
Η ακτινοθεραπεία είναι ένα άλλο πολύ χρήσιμο εργαλεία στην θεραπευτική των γλοιωμάτων. Είτε ακολουθώντας την χειρουργική εξαίρεση είτε σαν πρώτη θεραπευτική επιλογή αν δεν είναι δυνατό το χειρουργείο η ακτινοθεραπεία βοηθά τους ασθενείς με όγκο εγκεφάλου να ζήσουν περισσότερο ενώ ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τα συμπτώματα της νόσου.
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση των γλοιωμάτων δεν έχει δυστυχώς να επιδείξει σημαντικά επιτεύγματα παρόλη την εντατική έρευνα εδώ και δεκαετίες. Η σημερινή θεραπεία των πιο επιθετικών γλοιωμάτων βασίζεται σε δεδομένα από το 2005 με συνδυασμό ακτινοθεραπείας και του φαρμάκου τεμοζολαμίδη μετά από όσο το δυνατόν πιο εκτεταμένο χειρουργείο. Για τα γλοιώματα χαμηλής κακοήθειας μετά το χειρουργείο συστήνεται ακτινοθεραπεία και συνδυασμός τριών χημειοθεραπευτικών φαρμάκων αν κρίνεται πως υπάρχει αυξημένος κίνδυνος υποτροπής πχ σε άτομα άνω των 40 ετών ή με ατελή χειρουργική εξαίρεση του όγκου. Σε περίπτωση υποτροπής οι θεραπευτικές δυνατότητες είναι πολύ περιορισμένες και συνήθως χρησιμοποιείται χημειοθεραπεία ή /και κάποιες στοχευμένες θεραπείες.
Η έρευνα για τη θεραπεία των όγκων εγκεφάλου έχει προσπαθήσει να αξιοποιήσει τις γνώσεις που αποκτούμε από την μελέτη της βιολογίας των όγκων για να στοχεύσει τα καρκινικά κύτταρα χωρίς όμως να έχουμε ακόμα αποτελέσματα, ούτε καν συγκρίσιμα με τα επιτεύγματα στη θεραπεία άλλων τύπων καρκίνου. Πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα είχαν αρχικού σταδίου μελέτες με φάρμακα που επηρεάζουν την τροφοδοσία του όγκου από αιμοφόρα αγγεία που σχηματίζονται λόγω ουσιών που εκκρίνει ο όγκος για να τραφεί (αγγειογένεση) αλλά οι πιο προχωρημένες μελέτες δεν έχουν καταφέρει να βρουν ποιοι είναι εκείνοι οι ασθενείς που ωφελούνται από αυτές τις θεραπείες που χρησιμοποιούνται στις υποτροπές των γλοιωμάτων. Πολλά άλλα φάρμακα έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει να ωφελήσουν τους ασθενείς με γλοιώματα ανάμεσα τους και φάρμακα που είχαν σχεδιαστεί κατά συγκεκριμένων στόχων στα καρκινικά κύτταρα όπως το μόριο EGFR. Τελευταία δοκιμάζεται και η ανοσοθεραπεία, που αποσκοπά στην κινητοποίηση του αμυντικού συστήματος του οργανισμού κατά του όγκου αλλά χωρίς σαφή θετικά αποτελέσματα ακόμα. Εξίσου σημαντική με την χημειοθεραπεία κατά του όγκου είναι η υποστηρικτική αγωγή για τους ασθενείς με όγκους εγκεφάλου καθώς συχνά παρουσιάζουν πολύπλευρα προβλήματα που απαιτούν συνεργασία πολλών ειδικών πχ φυσιοθεραπευτών και λογοθεραπευτών μαζί με ειδική αγωγή πχ αντιεπιληπτικά ή υποστήριξη στην κατάποση.
Συνοψίζοντας θα λέγαμε πως οι όγκοι εγκεφάλου είναι μια ετερογενής ομάδα όγκων με πολύ διαφορετική συμπεριφορά και ιδιαίτερες ανάγκες στην θεραπευτική προσέγγιση. Η έγκαιρη διάγνωση και η αντιμετώπιση σε εξειδικευμένα κέντρα είναι καίριας σημασίας για την καλύτερη δυνατή πρόγνωση αλλά γεγονός παραμένει πως η ιατρική κοινότητα έχει ανάγκη από πολύ πιο αποτελεσματικά όπλα έναντι στους όγκους εγκεφάλου.